Οι
Πόλεις Πρωταγωνιστούν:
Αττική και Θεσσαλονίκη
Στην
Αττική, ο μέσος χρόνος
απορρόφησης κυμαίνεται
στους 6 μήνες, γεγονός
που αποδίδεται στη
μεγάλη ζήτηση για
κατοικίες και στην
περιορισμένη προσφορά,
κυρίως στο κέντρο της
Αθήνας και τα προάστιά
της. Η περιοχή
εξακολουθεί να
προσελκύει Έλληνες αλλά
και ξένους αγοραστές,
λόγω της στρατηγικής της
θέσης ως πρωτεύουσας και
οικονομικού κέντρου της
χώρας. Παράλληλα, η
αύξηση νέων κατασκευών
και η ανάπτυξη
περιφερειακών περιοχών
εντείνουν την
ανταγωνιστικότητα της
αγοράς, μειώνοντας τους
χρόνους πώλησης.
Η
Θεσσαλονίκη, αν και
μικρότερη σε πληθυσμό
και μέγεθος από την
Αθήνα, καταγράφει
γρηγορότερους χρόνους
απορρόφησης, με μέσο όρο
5,5 μήνες. Οι
προαστιακές περιοχές της
πόλης παρουσιάζουν
έντονη ζήτηση, ιδιαίτερα
από εγχώριους αγοραστές,
γεγονός που
καταδεικνύεται από τον
δείκτη ζήτησης SDI του
Spitogatos. Η αυξημένη
αυτή ζήτηση υποδηλώνει
τη σημαντική ανάπτυξη
της αγοράς ακινήτων στην
περιοχή.
Περιφερειακή Ελλάδα: Πιο
Αργοί Ρυθμοί, αλλά
Σταθερή Ζήτηση
Στην
υπόλοιπη Ελλάδα, οι
χρόνοι απορρόφησης είναι
γενικά μεγαλύτεροι,
αγγίζοντας τους 7 μήνες
σε πολλές περιοχές. Στα
Νησιά του Αιγαίου, ο
τουριστικός χαρακτήρας
και η σταθερή ζήτηση για
εξοχικές κατοικίες
διατηρούν τη δυναμική
της αγοράς, αλλά η
προσφορά είναι συχνά
περιορισμένη, κάτι που
επηρεάζει την ταχύτητα
πώλησης. Αντίθετα, στα
Νησιά του Ιονίου, ο
χρόνος απορρόφησης
φτάνει τους 7,8 μήνες,
με την πιο περιορισμένη
τουριστική ανάπτυξη και
την έλλειψη επαρκών
ακινήτων προς πώληση να
αποτελούν καθοριστικούς
παράγοντες.
Στην
Κρήτη, η αγορά ακινήτων
παραμένει ισχυρή, με
χρόνους απορρόφησης
κοντά στους 7 μήνες. Η
ζήτηση για ακίνητα
προέρχεται τόσο από
μόνιμους κατοίκους όσο
και από αγοραστές που
αναζητούν πιο ήσυχες
περιοχές για να
εγκατασταθούν, μακριά
από τα μεγάλα αστικά
κέντρα.
Στην
ηπειρωτική Ελλάδα,
παρατηρούνται σημαντικές
διαφοροποιήσεις. Στην
Πελοπόννησο, η
απορρόφηση φτάνει τους
6,5 μήνες, ενώ στη
Μακεδονία και την
Ήπειρο, ο μέσος χρόνος
πώλησης μειώνεται στους
6,4 μήνες το τρίτο
τρίμηνο του 2024.
Ιδιαίτερα στη Μακεδονία,
η συνεχής μείωση από 7,7
μήνες στο πρώτο τρίμηνο
σε 6,4 μήνες στο τρίτο
τρίμηνο δείχνει τη
σταδιακή ανάπτυξη της
αγοράς και την αυξημένη
ζήτηση.
Συμπεράσματα και
Προοπτικές
Η
ελληνική αγορά ακινήτων
το 2024 παρουσιάζει
έντονες διαφοροποιήσεις
στους χρόνους
απορρόφησης,
αντικατοπτρίζοντας την
ποικιλομορφία των
περιοχών της χώρας. Οι
μεγάλες πόλεις, όπως η
Αθήνα και η Θεσσαλονίκη,
διατηρούν την
πρωτοκαθεδρία τους, με
ταχύτερες πωλήσεις λόγω
της υψηλής ζήτησης και
της έντονης
κινητικότητας. Αντίθετα,
στις περιφερειακές και
νησιωτικές περιοχές, οι
χρόνοι πώλησης είναι
μεγαλύτεροι, αν και η
σταθερή ζήτηση και η
τουριστική ανάπτυξη
διατηρούν την αγορά
ενεργή.
Παρά τις
διαφορές, η περιορισμένη
προσφορά ακινήτων, σε
συνδυασμό με τη
συνεχιζόμενη ζήτηση,
δημιουργεί ένα
περιβάλλον έντονης
δραστηριότητας στην
ελληνική αγορά ακινήτων,
με προοπτικές περαιτέρω
ανάπτυξης τα επόμενα
χρόνια.
|